«Άγνωστος μου ζήτησε φαγητό ή λίγα λεφτά κι η ιστορία του… με έκανε θερμό θαυμαστή του»!
Ήταν Κυριακή πριν δύο περίπου βδομάδες, είχε ωραίο καιρό και το απογευματάκι είχα βγει με έναν φίλο μου γιατί είχε ανάγκη. Μόλις ολοκληρώσαμε τη βόλτα μας με αφήνει με το αμάξι του στο Γκάζι, πάνω στη Πειραιώς και εγώ συνεχίζω μετά το δρόμο μου προς το μετρό. Καθώς κατέβαινα λοιπόν το πεζόδρομο με τα ωραία εστιατόρια και άκουγα τα Χριστουγεννιάτικα τραγούδια από το Χωριό του Αι Βασίλη, ακούω μια φωνή στα αγγλικά να με φωνάζει προς το μέρος της. Γυρνάω προς τα δεξιά και βλέπω έναν άντρα νεαρό σε ηλικία μελαμψό, με ένα κατασκηνωτικό σάκο πλάτης και με μια κάρτα στο δεξί του χέρι να με ρωτάει αν μιλάω αγγλικά. Η προφορά του ήταν καθαρά Αγγλική και υπέθεσα ότι θα είναι τουρίστας. Πλησιάζω λοιπόν με χαρά για να τον βοηθήσω και μου δείχνει τη κάρτα η οποία έλεγε στα ελληνικά “ Καλησπέρα, έχετε να μου δώσετε κάτι να φάω η κάποιο νόμισμα; Ευχαριστώ. Χρόνια Πολλά” καθώς διάβαζα τη κάρτα μου το λέει και στα Αγγλικά. Ήταν χαμογελαστός με πολύ καλή διάθεση και εκτός από αυτό το ήταν και περιποιημένος, ντυμένος ζεστά. Του χαμογελάω και εγώ και του δίνω με ευχαρίστηση 2 ευρώ για να μπορέσει να φάει ένα σουβλάκι, με ευχαριστεί μου εύχεται καλές γιορτές και μετά συνεχίζω προς το μετρό.
Λίγο πριν φτάσω στις κυλιόμενες σκάλες με σταματάει κάτι σαν ένα συναίσθημα που γεννήθηκε μέσα από τη περιέργεια μου για το άτομο που μόλις είχα συναντήσει, για κάποιο λόγο ήθελα να μάθω περισσότερα για κείνον. Από τη μία ήθελα να πάω σπιτάκι μου καθώς είχε πάει 9 η ώρα και ήθελα να ακολουθήσω τη ρουτίνα μου, φαγητό, καμιά ταινία, να μιλήσω με τη κοπέλα μου στο τηλέφωνο και όλα αυτά, αλλά δεν συνέχισα, γύρισα πίσω. Με βλέπει και απορεί, έτσι τον ρωτάω κατευθείαν από πού είναι και γιατί είναι εδώ. Η απάντηση του ήταν απρόσμενη, και με γέμισε και άλλες απορίες.
Ήταν ο Αμάρ, με γονείς από το Πακιστάν αλλά μεγαλωμένος στην Αγγλία. Και έκανε το γύρο της Ευρώπης μόνος του με το σάκο του και με τα απαραίτητα μέσα σε αυτόν, ξεκίνησε με λίγα χρήματα και με πολλές προσπάθειες θετική ενέργεια και φίλους που γνώρισε στο ταξίδι του, ήταν πλέον στο τελευταίο του προορισμό, την Αθήνα. Η ιστορία του όμως δεν τελειώνει εκεί, το ταξίδι του όπως μου εξήγησε ήταν κυρίως πνευματικό, ήθελε να γνωρίσει, διαφορετικούς ανθρώπους και διαφορετικές νοοτροπίες, να επισκεφτεί πολλούς ναούς και να μάθει, να μάθει να είναι παρατηρητής και να μην ταυτίζεται με καμία κατάσταση σε οποιαδήποτε χώρα, να περάσει ωραία και να μάθει τον εαυτό του μέσα από αυτό. Εγώ τα άκουγα όλα αυτά και ενθουσιαζόμουν γιατί κατά κάποιο τρόπο μοιραζόμαστε το ίδιο όνειρο και ήθελα να μάθω και άλλα, για το πώς ταξίδευε που έμενε κ.α. Εκείνος μου περιέγραφε ότι ταξίδευε είτε με οτοστόπ, είτε με διάφορα μεταφορικά μέσα, η ενίοτε και με τα πόδια για να πάει από μια πόλη σε άλλη και ότι η διαμονή δεν ήταν πάντα εύκολο πράγμα, πολλές φορές αν δεν έβρισκε ένα οικονομικό χόστελ η κάποιο φίλο η συγγενή (που είχε σε 2 χώρες), κοιμόταν στον υπνόσακό του κάπου έξω.
Συζητούσαμε για ώρα μου έλεγε τι γνώριζε και τι έβλεπε σε κάθε χώρα, μέχρι που κάποια στιγμή άρχισε να βρέχει, αλλά πριν του πω ότι πρέπει να φύγω του πρότεινα να έρθει μαζί μου να τον φιλοξενήσω. Συνήθως δεν βάζεις στο σπίτι σου κάποιον άγνωστο αλλά ήταν διαφορετικό, ο Αμάρ είχε πολύ καλή ενέργεια και τον εμπιστεύτηκα από τη πρώτη στιγμή που τον είδα. Όταν ήρθαμε σπίτι μου, μου είπε για τα υπόλοιπα ενδιαφέροντα του, τη μουσική κλπ. Και το τι σκέφτεται να κάνει όταν γυρίσει πίσω στην Αγγλία, σκέφτεται να γράψει ένα βιβλίο και να εργαστεί σε ένα μαγαζί που φτιάχνει εικαστικές μετατροπές για αυτοκίνητα.
Χαίρομαι πολύ που τον φιλοξένησα και έκανα κάτι διαφορετικό, κάτι έξω από τη ρουτίνα μου, στη τελική θα είμαι για αυτόν μια ευχάριστη ιστορία για την Αθήνα, μια άγρια αλλά φιλόξενη πόλη, και εκείνος για μένα ένας περαστικός με ένα ωραίο μάθημα, ένα μάθημα για τη ζωή.
Του Γιάννη Σπάθα