Κάτι αλλάζει στις τουριστικές συνήθειες των Ελλήνων
Η καλοκαιρινή περίοδος είναι ως γνωστόν συνυφασμένη με τις διακοπές σε νησί. Τα ελληνικά νησιά αποτελούν φυσικά τον απόλυτο προορισμό με τη ζήτηση για το 2016 να εμφανίζεται αυξημένη. Τα φετινά στοιχεία δείχνουν ότι σημειώθηκε αύξηση της τάξεως του 50% στις κρατήσεις ακτοπλοϊκών εισιτηρίων. Σύμφωνα μάλιστα με τα δεδομένα της travelplanet24, για την περίοδο Ιουνίου – Αυγούστου 2016, παρουσιάστηκε εντυπωσιακή αύξηση με τα πλοία να ταξιδεύουν γεμάτα ενώ ως δημοφιλέστεροι προορισμοί αναδείχθηκαν η Μύκονος, η Πάρος, η Τήνος, η Νάξος η Σύρος και φυσικά η Σαντορίνη.
Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι οι Σποράδες και τα Επτάνησα ή η Κρήτη δεν έχουν επισκεψιμότητα. Αντιθέτως, σχεδόν όλα τα νησιά φιλοξενούν πολύ μεγάλο αριθμό τουριστών με τη διαφορά ότι, για παράδειγμα στην Κρήτη και την Κέρκυρα, επιλέγονται τα αεροπορικά μέσα. Από τα στατιστικά στοιχεία της ΥΠΑ κατά τον Ιούλιο του 2016, προκύπτει ότι διακινήθηκαν στα ελληνικά αεροδρόμια 8.479.942 εκατομμύρια επιβάτες (αύξηση 7,9% επιβατών εσωτερικού και αύξηση 9,7% επιβατών εξωτερικού), δηλαδή συνολική αύξηση 9,3%. Η μεγαλύτερη επιβατική κίνηση για τον Ιούλιο καταγράφεται στα αεροδρόμια Ηρακλείου, Ρόδου και Κέρκυρας.
Ενώ σε κάθε περίπτωση ακτοπλοϊκές και αεροπορικές εταιρείες δηλώνουν αύξηση του επιβατικού κοινού, μια βόλτα στους δρόμους και τα σοκάκια πολλών νησιών μαρτυρά κάτι τελείως διαφορετικό: Δεν έχουν κόσμο στα καλντερίμια, τις αγορές και τα αξιοθέατα. Οι ιδιοκτήτες καταστημάτων εστίασης δηλώνουν ότι τα πράγματα είναι «χλιαρά», ενώ οι έμποροι λιανικής μιλούν για πτώση του τζίρου τους που δεν οφείλεται στο ότι οι τουρίστες «βλέπουν αλλά δεν αγοράζουν» αλλά στο γεγονός ότι δεν υπάρχει κίνηση-κινητικότητα των επισκεπτών.
Καταρχήν, οι Έλληνες παραθεριστές έχουν μειώσει αρκετά τη διάρκεια παραμονής στα νησιά. Ενώ πριν μια δεκαετία, κάποιος διέμενε τουλάχιστον έξι με οκτώ ημέρες στον καλοκαιρινό προορισμό, πλέον η παραμονή έχει συρρικνωθεί στις τρείς με τέσσερις ημέρες. Με άλλα λόγια, ο κόσμος πηγαινοέρχεται, αλλά δεν μένει για πολύ ώστε να προκύψουν έσοδα, επαγωγικά.
Δεύτερον, όσον αφορά τον τουρισμό από το εξωτερικό αλλά και την κατηγορία των οικογενειών με μικρά παιδιά (ανεξάρτητα απ’ το αν προέρχονται από το εσωτερικό ή όχι), προτιμούν τη διαμονή σε ξενοδοχεία all inclusive. Τα all inclusive καταλύματα, είναι μεγάλες μονάδες που παρέχουν όλες τις υπηρεσίες εντός των χώρων του ξενοδοχείου. Η διαμονή περιλαμβάνει το μπάνιο στις πισίνες ή ενδεχομένως την παραλία μπροστά από το ξενοδοχείο, όλα τα γεύματα και ενδιάμεσα σνακ, δραστηριότητες για όλες τις ηλικίες, παιδαγωγούς για τη δημιουργική απασχόληση των παιδιών, γυμναστική και αθλητικά γήπεδα, υπηρεσίες ομορφιάς και χαλάρωσης καθώς και διάφορα μπαρ για τη βραδινή διασκέδαση.
Παλαιότερα, τα εν λόγω καταλύματα ήταν αρκετά ακριβά αφού τέτοια «πακέτα» σε υψηλή ποιότητα, κόστιζαν πολύ. Πλέον όμως οι τιμές τους είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικές με αποτέλεσμα τα all inclusive να έχουν γίνει δημοφιλή. Επιλέγοντας κανείς αυτού του είδους την διαμονή, πολλές φορές δεν μπαίνει στη διαδικασία να βγει από το ξενοδοχείο και να επισκεφθεί την εκάστοτε πόλη και τα μαγαζιά της.
Τέλος, ένας επίσης σημαντικός λόγος που η κίνηση στους δρόμους των νησιών έχει περιοριστεί είναι η ενοικίαση σπιτιών για όλη την καλοκαιρινή σεζόν. Είτε μέσω των υπηρεσιών τύπου Airbnb, είτε δια της απλής αναζήτησης στο διαδίκτυο και τις αγγελίες, μεγάλη μερίδα του κόσμου, ως επί το πλείστον παρέες νέων αλλά και ζευγάρια και οικογένειες, βρίσκουν ότι συμφέρει να νοικιάσουν ένα σπίτι ή μια βίλα σε νησί για τη σεζόν και να μοιραστούν τα έξοδα αναλόγως με τα άτομα, επεκτείνοντας έτσι την παραμονή τους, διευρύνοντας ουσιαστικά την περίοδο των διακοπών.